Σωκράτη Σκαρτσή

Με το Ζήση Οικονόμου της «Ερημιάς και της Σιωπής»


«Απόψε είναι αιθρία νύχτας ιερής στο ερημόνησο.
Έχει ανάψει φωτιά μαζί με άλλα ξηρά κλαδιά και με
ξηρούς θάμνους θυμαριού, ρήγανης και άλλων αρω-
ματοειδών, θυμίαμα προς το στερέωμα των
Ουρανών.
Όλα στηρίζονται στη δίχως στήριγμα υπερκόσμια
ενέργεια τον Αδήλου, υπερεμπειρική, μη συνεχής,
Υπερουσία Ουσία αμέθεκτη, αμέριστη, ανώνυμη,
αποφατικότητας, σε κόσμους, βιόσφαιρες και σύμπα-
ντα, υπερώνυμη, ακατάληπτη, απ΄ όπου κάθε άχτι-
στο, ενέργεια υπέρφωτος, η όποια παρότι αμέριστη,
μετέχεται καθώς μετασχηματιζόμενη προς καθοδικές
αχτίνες δημιουργίας, αμυδρές κατανοήσιμη».


Ο Ζήσης Οικονόμου έχει σίγουρα ένα τρόπο ολότελα δικό του, τρόπο ζωής και γραφής. Ο τρόπος αυτός δε δέχεται όρους άλλους από αυτούς που αναγνωρίζει η φυσική και πνευματική πραγματικότητα που αποδέχεται. Μόνο ίσως κάποια χριστιανικά στοιχεία μένουν αμετασχημάτιστα από την ιδιαιτερότητα του τρόπου του. Έχει ρητά δηλώσει τη θέση του: «Μα εγώ στοιχείο αδάμαστο της φύσης χωρίς του κοπαδιού τα αισθήματα κοιτάζω τα νέφη και φεύγω».

Θέλει λοιπόν να είναι τελείως ελεύθερος, με μια ελευθέρια που αφορμάται από τη θέα «των νεφών», που τον οδηγούν στο στοχασμό, μάλλον αποτρεπτικά. Τα «νέφη» δεν είναι οδηγός συμπεριφοράς αλλά αφορμή περισυλλογής, εκκίνησης. Αυτή η ιδιωτική ελευθέρια καθορίζει τα πάντα, από τις ενέργειές του και τη σκέψη του μέχρι την ποίησή του και τη γλώσσα του γενικά, που δε νοιάζεται ούτε καν για τα φραστικά ανακόλουθα ή τα ετυμολογικά όρια των λέξεων. Μάλλον δε δέχεται καμία «ετυμολογία», όσο κι αν αυτή είναι ομολογημένη. Και η μοναξιά του ακόμη μοιάζει να μην υπαγορεύεται από τους φυσικούς ή και πνευματικούς όρους της. Αυτή βάζει τα δικά του χαρακτηριστικά και στους φυσικούς όρους. Μοιάζει σα να καταλαμβάνει ο προσωπικός του τρόπος, με αποφασιστικό στοιχείο του τις δικές του επιλογές, ολόκληρο το δυνατό φυσικό και πνευματικό χώρο. Είναι, αν μπορεί κανείς να το πει έτσι, σα να κυριεύει η ιδιαιτερότητά του ακόμη και τη μοναξιά, υπάρχει και μέσα σε αυτήν μοναχικός. Πάνω απ΄ όλα και με όλα είναι ο Ζήσης Οικονόμου, αυτά που έχει, τα καλά του και τα κακά του. Από αυτή την άποψη θυμίζει κάπως το συμπατριώτη του Παπαδιαμάντη — που όμως στη φύση δειχνόταν υποταγμένος και όχι ενδοστρεφής συζητητής ή αντιμέτωπος στοχαστής. Και ο χριστιανικός τρόπος του Οικονόμου είναι πολύ διαφορετικός από τον ειδυλλιακό και συναισθηματικό Χριστιανισμό του Παπαδιαμάντη. Είναι ένας ιδιόρρυθμος παγανιστικός δικός του Χριστιανισμός που εναρμονίζεται με τους αρχικούς όρους της σκέψης του. «Όλα χρειάζονται αναθεώρηση, επειδή όλες τις θεωρίες, όλες τις φιλοσοφίες, όλες τις θεολογίες, όλες τις κοσμολογίες, τις κοινωνιολογίες, τις οικονομίες, τις μεθοδολογίες, τις τεχνολογίες και τις πολιτικές τις ανατρέπει έκδηλα και άδηλα η ζωή και το πάντα νέο των προκλήσεων και των καλεσμάτων της».

Αυτά λειτουργούν σ΄ ένα χρόνο που είναι «ύλη δεσμευμένης ενέργειας», κατά μια διατύπωση που διαχειρίζεται την επιστημονική γλώσσα. Και υπάρχουν τρεις πραγματικότητες για την αντίληψη του Οικονόμου. Η πρώτη είναι αυτή «της καθημερινότητας», που «υπόκειται σε φυσικούς, βιολογικούς, ψυχολογικούς και κοινωνικούς νόμους». Η δεύτερη πραγματικότητα υπάρχει «παράλληλα» προς την πρώτη.
Και έχει άλλους νόμους, που «εισορμούν» και «αναιρούν» τους νόμους που υποθέτουν οι αισθήσεις μας για τη φύση και τη βιολογία μας και τις «διαστρεβλώνουν» με τη «λογιστική της καθημερινότητας όπου ανήκει και η επιστημονική και όποια άλλη λογική», που υπηρετώντας «αλλοπρόσαλλες επιθυμίες, σκοτεινά κίνητρα και πάθη εναντίον των στοιχειωδών βιολογικών αναγκών και των σωστών σχέσεων προς τη φύση και το κοινωνικό περιβάλλον», μετατρέπουν σε «Ύβρι την υποτιθέμενη σχέση μας προς τα θεία». Αυτές οι δυο πραγματικότητες «έχουν διάφορες βαθμίδες κόσμων και βιοσφαιρών, οριζόντια και κάθετα, με σταθμούς και διαμονές, η κλίμακες, ενδιάμεσα και δυνατότητα για υπερβατικότητα, από καθοδικές προς ανοδικές ακτίνες δημιουργίας, καταστροφής και εξισορροπήσεως». Η τρίτη πραγματικότητα «μπορεί να ονομαστεί Υπερνομία, ως ρυθμιστική ενέργεια εκ του Υπερουσίου, Απροσμετρήτου, Αδήλου, Θείου». Ζώντας στην απόλυτη ερημιά ενός άγνωστου μικρού νησιού, οπού ανάμεσα σε πολλά και καινούργια ευρήματα λειτουργούν στο χώρο περίεργες εγχάρακτες επιγραφές και οστά, μπορεί να έχει τέτοια βιώματα:
«Ο καθαρός αέρας του πελάγους, η απερίσπαστη επικοινωνία με πάντα τα τοπικά του ερημονήσου, που δεν είναι αισθητά ως τοπιστικά άλλα ως σημείο του σύμπαντος κόσμου και του κοσμοποιούμενου Θεού, η μετακίνηση της αντίληψης του κάθε τόσο, αυτές τις μέρες, προς οριζόντια, κάθετη και πέρα από τα δυο αυτά, τον ανασυνδέει με ουσία πρωταρχικής "γνώσεως" σαν κάτι αυθόρμητο, μαζί με την επίκτητη γνώση, λεκτικότητα και εικονικότητα τις οποίες δεν φορτίζει και επομένως δεν τον παρασύρουν προς αλλοπρόσαλλες επιθυμίες(...) αλλά να αυξάνει και να έρχεται στην αντίληψη του ό,τι χρειάζεται ως άξιο προσοχής».

Ζει σε μια «Μητέρα Γη με σαρκικό σώμα», που είναι «χωνευτήρια του παρελθόντος» και τη νιώθει «ευλογημένη Γαία» και σε απόλυτη επαφή με τα πράγματα, όπως τα ζει άμεσα με τον τρόπο του, και στρέφεται «προς τη Γη, προς το Χριστό και Θεό τον Ζώντα». Υπάρχει μια συνέχεια ανάμεσα στο νερό και στο αίμα:

«Όπως όλα και το νερό είναι θαύμα εκ θαυμάτων. Από αυτό και το αίμα. Την κάθε στιγμή επί αναρίθμητους χρόνους, το νερό δέχεται δονήσεις και ακτινοβολίες του αστροφυσικού και του αιθερικού σύμπαντος. Γι΄ αυτό την κάθε άλλη στιγμή το νερό έχει διαφορετική ποιότητα, αστάθμητη από την επιστήμη».
Μαζί με τα πουλιά, μέσα στη θύελλα, σαν πτηνό της θύελλας αυτός, την χαίρεται περπατώντας ανά τους μικρούς λόφους και τις μικρές ρεματιές του ερημόνησου. Το κρύο και ο ισχυρός αέρας δεν τον εμποδίζουν να αναλογίζεται προσωπικά και άλλα γεγονότα, σαν ζώο που μηρυκάζει μερικά από τα όσα έχει ζήσει πλήρως, τον καιρό που συνέβησαν».

Ο Ζήσης Οικονόμου λοιπόν έζησε και σκέφτηκε χωρίς ορούς άλλους από αυτούς που αναγνωρίζει ο ίδιος φυσικούς και γνήσιους, σε μια διαρκή αναζήτηση του αληθινού, χωρίς φόβους και ανησυχίες, με βιώματα που παρουσιάζει με τον ιδιαίτερο λεκτικό του τρόπο, της «λεκτικότητας και της εικονικότητας» που «δε φόρτισε», για να μην τις νοθεύσει, σε μόνωση και διαρκή επαφή προς εαυτόν, που τον οδήγησε σ΄ ένα τρόπο ζωής όχι συνηθισμένο και στη συγγραφή που κορυφώνεται σε ποίηση. Έχει βέβαια μεγάλη σημασία αν και τι μπόρεσε να βάλει στο λόγο του από τα βιώματα και τι ακραίες σκέψεις και συναισθήσεις του ή αν η ζωή του δημιούργησε γι΄ αυτόν προσωπικά μια γλώσσα ερημική και συνεπή προς τον ιδιαίτερο τρόπο του. Γιατί ο Ζ. Οικονόμου δεν είναι αναγνωρίσιμος και κατατάξιμος ως τυπικός Χριστιανός (ούτε και ο Παπαδιαμάντης, που σίγουρα υπάρχει στη ζωή του, ήταν πραγματικός, γαλήνιος η ντοστογιεφσκικός χριστιανός), ούτε ως πανθεϊστής, ούτε ως σύγχρονος επιστημονικός στοχαστής (και φαίνεται πως όλα τα βασικά τα έχει διαβάσει), ούτε ως κανενός άλλου είδους -ιστής, αφού όλους τους -ισμούς τους αποστρέφεται.
Ίσως όμως το πιο σημαντικό σχετικά με το θέμα Ζήσης Οικονόμου είναι πως αυτός ο άνθρωπος μπόρεσε να ζήσει μια ζωή συνεπή με τους πνευματικούς όρους που επέλεξε και πως έζησε στον προσωπικό του χώρο αποτελεσματικά. Πως μπόρεσε να ζήσει σ΄ ένα νησί χωρίς μύθο άλλο από τον δικό του, πραγματοποιώντας κι εκεί τον προσωπικό του τρόπο. Στο Ημερολόγιο της Ερημιάς και της Σιωπής (1989), γραμμένο πάνω σε μια κορφή της ζωής του, έδειξε πως μπορεί κανείς να ζήσει με τους όρους μόνο που αφήνει μπροστά του η υπαρξιακή του συναίσθηση και να βγάλει από αυτούς όλα τα αισθήματα, τις σκέψεις και τις πρακτικές συμπεριφορές για όσα χρειάζεται ο άνθρωπος, μόνος του αλλά και για τη ζωή με τους άλλους.
Φαίνεται πως ο Ζήσης Οικονόμου μιλάει πιο πολύ για μια υπαρξιακή μοναξιά, που είναι η αληθινή κοινωνία. Θα μπορούσε ίσως, σχετικά με αυτό, να παρατηρηθεί πως αυτή του η μόνωση και κοινωνία είναι έντονα προσωπική. Αλλά, και έτσι, είναι ένα γεγονός, που ο νοσταλγός συμπατριώτης του δε μπόρεσε ή δεν είχε τη δύναμη να το ζήσει. Στο βαθμό λοιπόν που αυτός το έζησε, έχει επιτύχει κάτι μέγιστο σαν πράξη ζωής. Αυτή την πράξη αυτός την ξέρει και τη «μηρυκάζει», με το μηρυκασμό όλων των ζωών που κι αυτόν τον ξέρει, σε μια πράξη αθανασίας, όπως, και αυτή, την ξέρει. Εμείς τον μελετάμε.

Δημοσιευμένο στο τεύχος 26, του περιοδικού Μανδραγόρας


Η άποψή σας

Έχετε διαβάσει αναρτημένο υλικό στην ενότητα %CE%91%CF%86%CE%B9%CE%B5%CF%81%CF%8E%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1;  
Θέλετε να σχολιάσετε;  
240329013507
Παρακαλώ αντιγράψτε τον κωδικό που βλέπετε αριστερά στο κενό πεδίο
Το όνομα σας *
E-mail *
Τίτλος
Το σχόλιο σας
Παρακαλώ συμπληρώστε τα πεδία με το *

Σχόλια τα οποία είναι υβριστικά, προσβλητικά, περιέχουν δυσφημιστικό υλικό, κλπ. δεν θα αναρτώνται.

       

 
 
 
developed and powered by
think.gr